Friday, 31 August 2007

Μόλις γύρισα από τις διακοπές μου. Πρώτη μου δουλειά η ανάρτηση της συνέχειας του κειμένου από τον κ. Περικλή Γρίβα. Περιμένω κι άλλα  κείμενα καλέ μου φίλε....

 

 

Τα χέρια του τρέχουν πάνω στα σώματα του ζευγαριού. Δεν νιώθει πια ντροπή, τώρα μπαίνει στο παιχνίδι και παίζει. Σε λίγο που όλα θα τελειώσουν ,θα καπνίσουν χασίς,

θα κοιμηθούν.

Κι όταν ξυπνήσουν, θα ναι πρωί. Αυτοί θα πρέπει να πάνε στις δουλείες τους, αυτός θα πάρει εκατόν πενήντα euro,εκατό  έπαιρνε πριν ο Αλλάα, αλλά τώρα αυτό άλλαξε. Κάποιος του το σφύριξε ,κι από τότε κρύβει τα πενήντα στο εσώρουχό του.

Στην αρχή τα έδινε όλα, ήταν σαν χαμένος. Από ντροπή, πήγαινε όμως με τις κυρίες και τους κυρίους. Ήταν ο Αλλάα που τον πλησίασε και του μίλησε γι’ αυτούς που πλήρωναν για τις «υπηρεσίες» των μεταναστών.

Τον έφερε σε επαφή μαζί τους, και στην αρχή τα λεφτά τα έπαιρνε όλα:

«Έχω σχέδιο να φύγουμε για Ιταλία, αλλά χρειαζόμαστε λεφτά, κι εγώ το ίδιο έκανα

στην αρχή και κάνω ακόμα».

Ήταν απελπισμένος και δέχτηκε….Η καλύτερη ζωή  ήταν μακριά….

Δεν θυμόταν τίποτα πέρα απ’ το νησί, πως έφτασε ως εδώ ,γιατί ήρθε.

Ο Αλλάα τον πλησίασε από τις πρώτες μέρες, μετανάστης κι ο ίδιος, αλλά τώρα πια

τίποτα δεν θύμιζε από την παλιά του πατρίδα. Ρούχα ,γυαλιά, παπούτσια, όλα. «Ευρωπαϊκά» λεφτά πάντα και τελευταία μηχανάκι για να γυρνάει τις νύχτες.

Ζήλεψε μέσα στην καταδίκη του και την βρωμιά του, ήταν κι η πείνα….

Στην αρχή μόνο με ηλικιωμένες κυρίες πήγαινε, έκανε εμετό, ήταν σαν να πήγαινε

με τη γιαγιά του. Όταν άρχισε να συνηθίζει, μια κυρία έφερε και τον «γιό»της όπως είπε. Θύμωσε, έκανε να φύγει. Η πόρτα ήταν κλειδωμένη, αντιστάθηκε, κι όταν έφυγε έκανε εμετό παντού.

Μετά από πολλές μέρες ξαναπήγε, ο Αλλάα δεν του έλεγε τίποτα, μόνο χαμογελούσε.

Αυτός τις νύχτες έκλαιγε, θυμόταν το σπίτι του.

Ο Αλλάα χαμογελούσε.

Ένα βράδυ κάποιος του είπε ότι δέκα δικοί τους κανόνισαν να περάσουν απέναντι, Ο

Αλλάα πάντα δίπλα, τον έφερε σε επαφή, κι έφερε ξανά στο νου του τη μάνα του:

Mιά καλύτερη ζωή παιδί μου»

Κι ύστερα να χάνεται απ’ τα μάτια του, μπροστά του η θάλασσα δρόμος ατέλειωτος κι άγνωστος.

Το βράδυ κατέβηκε μόνος του στο σημείο συνάντησης, ένιωθε δύναμη και βιαζόταν.

Πήγε με τρεις εκείνο το βράδυ, απ’ τα λεφτά τα μισά τα έκρυβε και τα υπόλοιπα στον

Αλλάα.

«Όταν μαζέψεις τρεις χιλιάδες ,θα σου κλείσω κι εσένα θέση να φύγεις» του έλεγε ο

Αλλάα. Κάποιος άλλος του είπε δύο χιλιάδες, μα δεν τον ένοιαζε. Πήγαινε με όσο περισσότερους μπορούσε, άντρες –γυναίκες γι’ αυτόν ήταν ίδιο τώρα πια. Μόνο τα χρήματα τον ένοιαζαν.

Έκανε τα πάντα για τα χρήματα, όλοι τον ήθελαν γι’ αυτό το λόγο, ο Αλλάα τον πρόσεχε πολύ. Τόσα χρήματα του έφερνε, το στόμα του το κρατούσε κλειστό, διαθέσιμος πάντα και για τα πάντα, ακούραστος.

Ήταν νέος, είχε αντοχές, δεν δημιουργούσε φασαρίες και πάνω απ’ όλα, ήταν όμορφος. Και τώρα πια ,καθαρός και χορτάτος, αυτό φαινόταν.

Σε λίγο τελειώνει, και μαζί του τελειώνουν και οι άλλοι δυο. Η ανάσα του βαριά, οι άλλοι βογκάνε, τα χέρια τους πλοκάμια και σφίγγονται πάνω του, οι γλώσσες τους στο λαιμό τους, σε λίγο θα είναι πάλι έτοιμος,

«Να φύγουν οι ώρες γρήγορα» ,αυτό θέλει μόνο.

Στις πέντε είναι το ραντεβού, μαζί του θα πάρει λιγοστά πράγματα, ούτε μπόγο, μια

αλλαξιά ρούχα και τα χρήματα που έχει κρυμμένα.

«Αύριο» του χαμογελάει ο άντρας, κι αυτός κουνάει το κεφάλι, δεν παίρνει τα χρήματα που του δίνουν. Είναι ένα είδος αποχαιρετισμού δικού του….

Κατεβαίνει τα σκαλιά τρέχοντας.

Χαμογελάει. Σε λίγο φεύγει με άλλους δέκα μαζί. Μόνο αυτός και ο Αλλάα το ξέρουν. Άραγε θα τον αναζητήσει κανείς απ’ όλους αυτούς;

Ο Αλλάα τον περιμένει καπνίζοντας. Έχει αργήσει και το ξέρει, ο άλλος είναι θυμωμένος, βιάζεται, μα δεν τον νοιάζει. Αύριο η καλύτερη ζωή θα ‘ναι δική του, ή σχεδόν δική του. Δεν θα φτύνουν πια όσοι περνούν δίπλα του, ούτε θα τσακώνεται για τα χαρτόκουτα το χειμώνα. Τέλος το ψάξιμο στα σκουπίδια για φαγητό. Χαμογελάει.

«Θα σε πάω με τη μηχανή» έτσι λέει ο Αλλάα το μηχανάκι, ακόμα δεν του είπε πως

το βρήκε, μα τι σημασία έχει τώρα πια;

Παίρνει μια τσάντα super market,όλα τα υπάρχοντά του εκεί κι ένα μπουκάλι νερό.

Φεύγουν.

Η πόλη κοιμάται, δεν νιώθει τίποτα. Στ’ αυτιά του έρχεται ένας σκοπός της πατρίδας, ένα τραγούδι πονεμένο. Είναι ο Αλλάα που σφυρίζει. Κάνει να κοιτάξει πίσω του μα το μετανιώνει. Φτάνουν.

Το φορτηγό είναι παρκαρισμένο μέσα σ’ ένα χωράφι με καλαμπόκια.

«Είναι ψυγείο, θα κάνει κρύο εκεί μέσα». Βγάζει ο Αλλάα το μπουφάν του και του το

δίνει.

«Να με ειδοποιήσεις όταν φτάσετε»,

Τον φιλάει τρεις φορές, οι άλλοι μιλούν ψιθυριστά. Είναι οχτώ, ο ένας αρρώστησε και ο οδηγός του φορτηγού δεν τον θέλει μαζί τους:

«Θα βρω το μπελά μου αν πάθει τίποτα»,άρρωστος που θέλει να πάει στο άλλο ταξίδι, λέει.

Είναι ψηλός και γεροδεμένος. Μαζί του είναι και κάποιος άλλος, το ίδιο ψηλός και γεροδεμένος, τριχωτός σαν αγριάνθρωπος. Μιλάει με τον Αλλάα, παίρνει τα χρήματα. Σαν να μαλώνουν, μιλάνε όμως ψιθυριστά και δεν καταλαβαίνει γιατί.

Ο Αλλάα φεύγει, ακούει το θόρυβο απ’ το μηχανάκι του μέχρι που σβήνει εντελώς. Μόνο ο θόρυβος του ψυγείου που δουλεύει σπάει τη σιωπή.

Έχει υγρασία πολύ, το θυμάται αυτό το μέρος, έχει έρθει με κάποιον εδώ πριν καιρό,

και το θυμάται. Νιώθεις τη θάλασσα μα δεν την βλέπεις πουθενά.

Το σκοτάδι σπάει σιγά – σιγά.

«Γρήγορα, ένας ένας και σβέλτα» λέει ο αγριάνθρωπος, ο ιδρώτας στάζει απ’ το μέτωπό του, είναι ταραγμένος, κοιτάζει γύρω του ανήσυχος ,σαν να φοβάται.

«Εσύ» του φωνάζει.

Κάνει να σηκωθεί, το ίδιο μούδιασμα όπως και τότε στο νησί, ο χρόνος δεν υπάρχει,

Νιώθει κάτι στο λαιμό του, μια σχεδόν διάφανη πεταλούδα πεταρίζει γύρω του.

«Είναι η ψυχή κάποιου που πεθαίνει» έλεγε η γιαγιά του.

Ανεβαίνει στο πρώτο σκαλί ,κι άλλο ένα, μα τι είναι αυτό στο χέρι του αγριάνθρωπου:

Αίμα!

Σηκώνει το κεφάλι του, αυτό που βλέπει τι…..

Ουρλιάζει!

Πηδάει απ’ τη σκάλα και τρέχει. Τρέχει….

Ο Αλλάα ξαφνιάζεται που τον βλέπει μπροστά του:

“Δεν έφυγες¨» ρωτάει

Κουνάει το κεφάλι αρνητικά. Δείχνει κουρασμένος .

«Κάτσε» του κάνει νόημα ο Αλλάα. Τρώει.

«Θες να φας»  ξαναρωτάει.

Κάθεται απέναντί του, τα μάτια του είναι σκοτεινά. Δεν μιλάει κανείς από τους δύο.

Και οι δυο τους περιμένουν .

Ο Αλλάα τελειώνει βιαστικά το φαγητό του,

«Θες κάτι» ρωτάει

Εκείνος απλώνει τα χέρια και μαζεύει τα ψίχουλα από το τραπέζι, τα φέρνει ένα-ένα στο στόμα του και τα τρώει αργά. Δεν τον κοιτάζει στα μάτια, είναι απορροφημένος να τρώει τα ψίχουλα.

«Που ήσουν τόσο καιρό»,είναι εκνευρισμένος ο Αλλάα.

«Γιατί χάθηκες αφού ήσουν εδώ»,

Σκύβει στο νιπτήρα κι αρχίζει να πλένει τα δόντια του, προσέχει τον εαυτό του.

Πάει πίσω του, ο Αλλάα ανατριχιάζει,

«Που ήσουν» ξαναρωτάει. «Γιατί δεν έφυγες»

Δεν θυμάται ,πάλι κενό και σκοτάδι. Μόνο τρέχει, μια πεταλούδα στο λαιμό του δεν

λέει να φύγει, τρέχει και κρύβεται σαν αγρίμι. Είναι ξανά στην αρχή, βρώμικος, κουρασμένος και φοβάται. Στα στέκια δεν πάει, φοβάται μήπως κάποιος τον δει. Μέσα του όλα πέτρα, μόνο τις νύχτες  μένει ώρες ατέλειωτες απέναντι από το σπίτι του Αλλάα και περιμένει.

Μέχρις απόψε.

«Γιατί δεν λες τίποτα» κάνει να γυρίσει ξεπλένοντας το στόμα του .

Το πρώτο που βλέπει είναι τα μάτια του, σκοτεινά σαν νύχτα και το τελευταίο μια

λάμψη φευγαλέα  που πάει κατευθείαν στην καρδιά.

«Γιατί» ρωτάει, μα εκείνος κάθεται στο τραπέζι και τρώει αργά-αργά τα ψίχουλα.

«Βοήθησέ με»  παρακαλεί κι ας ξέρει πως αυτό δεν θα γίνει. Εκείνος σταυρώνει τα

χέρια και τον κοιτάζει να ξεψυχά.

Κι όταν αφήνει την τελευταία πνοή του, χάνεται στη νύχτα.

 

 

 

 

«Έπειτα από πολύμηνη παρακολούθηση, συνελήφθει στο λιμάνι της Ancona ο Χ.Χ. οδηγός φορτηγού ψυγείου μεταφοράς κρεάτων ,για λαθρεμπόριο μεταναστών. Ο οδηγός, σε ειδικά διαμορφωμένο θάλαμο, μετέφερε λαθρομετανάστες, τους οποίους αφού αναισθητοποιούσε, τους παρέδιδε κρεμασμένους στα τσιγκέλια του θαλάμου σε ειδικό σύνδεσμο για εμπόριο οργάνων. Ο σύνδεσμος αναζητείται…….

………………………………..Πρόκειται για πρωτοφανής αγριότητας έγκλημα ……..

…………………………………………………………κατόπιν παρακολούθησης…....

 

 

Από τη Ρώμη,

Α.Α.

 

 Το παρόν κείμενο γράφτηκε για να αποσταλεί σαν συμμετοχή στο διαγωνισμό διηγήματος  με τίτλο «ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ» των εκδόσεων Πατάκη. Από κακό

συγχρονισμό χρόνου δεν εστάλη ποτέ. Αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας και βασίζεται

σε ιστορίες που άκουσα κατά καιρούς.

Τυχόν ομοιότητες είναι τυχαίες.

Αφιερώνεται σε όλους αυτούς που δεν είχαν ποτέ πατρίδες.

Friday, 31 August 2007 11:10:13 (GTB Standard Time, UTC+02:00)  #    Comments [4]  |  Tracked by:
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/soma/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/coumadin/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/coumadin/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/ultram/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/nexium/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/zoloft/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/soma/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/prilosec/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/claritin/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/accutane/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/tramadol/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/synthroid/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/prilosec/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/lexapro/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/cymbalta/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/melatonin/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/cialis/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/melatonin/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/viagra/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/clomid/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/prozac/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/celexa/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/rainbow-brite/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/effexor/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/hoodia/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/celexa/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/wellbutrin/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/prozac/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/effexor/index.html [Pingback]

Pick a theme: