Ένα ακόμα κείμενο που έχει φτάσει εδώ και καιρό στα χέρια μου η σημερινή ανάρτηση. Από μια μικρή φίλη που αγαπώ και ξεχωρίζω. Η Κατερίνη μου λοιπόν ξανακτυπά....
Αφιερωμένο στο «τρένο για την Κατερίνη», που στην πραγματικότητα υπάρχει κάπου..
ΤΟ ΤΡΕΝΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΕΡΙΝΗ
Βέροια, 22-08-1992, 03:36 μ.μ
“Σε βρήκα πάλι ξαφνικά να πίνεις ούζο στου Λευτέρη”. Σε θυμήθηκα αμέσως. Σε θυμήθηκα και ας είχαν περάσει 8 χρόνια. Μου τη θύμησες. Μου θύμησες έναν άνθρωπο που αγάπησα πολύ.. Μόνες ήμασταν στο δρόμο θυμάμαι.. Γυρνούσαμε από κλαμπ. Η μια είχε πει ότι θα μείνει στο σπίτι της άλλης και οι γονείς…. έτρωγαν κουτόχορτο, χριστό δεν κατάλαβαν ότι εμείς μέχρι τις 5 το πρωί τα πίναμε στο κλαμπ. Αλλά όταν αποφασίσαμε να γυρίσουμε, άφραγκες πλέον, τα βρήκαμε σκούρα. Περπατούσαμε θυμάμαι 5 τα χαράματα στη μέση του δρόμου, περιμένοντας να έρθει σαν από μηχανής θεός κάποιος να μας μαζέψει. Για τηλέφωνο στο σπίτι, ούτε συζήτηση. Δεν θέλαμε ούτε να σκεφτούμε τι θα ακούσουμε. Και τότε έτυχε να περνάς εσύ. Ρίσκο. Δυο 16χρονες μόνες μας, σταματήσαμε ένα φορτηγό. Ποιος ήταν μέσα, αγνοούσαμε αλλά από το να γυρίσουμε ποδαράτες, αρχίσαμε τα auto stop. Είχε γέλιο. Τώρα όμως κλάματα κόντευε να έχει.. Γιατί μου θύμιζες αυτήν. Μου θύμιζες τις τόσο όμορφες στιγμές μαζί της που είχα την χαρά να ζήσω μόνο 4 χρόνια. Μετά τέλος. Σε κοίταξα και θυμήθηκα. Σταμάτησες. Για τις δυο μας. Μες τα γέλια, χωρίς ιδιαίτερη επίγνωση της κατάστασης μας, σε παρακαλέσαμε να μας πας στην πλατεία. Ήσουν καλός άνθρωπος, μας έβαλες μέσα και μας πήγες. Εκεί τη βγάλαμε και την υπόλοιπη νύχτα μέχρι τις 9 που γυρίσαμε σπίτι. Πόσο καιρό είχα άραγε να σε δω;; 8 χρόνια. Πόσο καιρό έχω άραγε να τη δω;; 7 χρόνια..
Αθήνα, 22-08-1992, 03:36 μ.μ
“To τρένο φεύγει στις 8, ταξίδι για την Κατερίνη”. Πόσο καιρό έχω άραγε να τη δω; 7 χρόνια; Ή 8; Από το λύκειο. Την θυμάμαι λίγο στο πρόσωπο, η εικόνα της ξεθώριασε στο μυαλό μου, καθόλου όμως δεν ξεθώριασαν, δεν χάθηκαν, δεν μουτζουρώθηκαν, οι αναμνήσεις μου μαζί της. Αναμνήσεις γλυκές σαν.. ζάχαρη, πολύ ζάχαρη, γλυκιά ζάχαρη…
Μια φωτογραφία της μου έχει μείνει μόνο. Είμαστε μαζί σε μια εκδρομή με το σχολείο ξαπλωμένες σε κάτι παγκάκια, πεθαμένες από την κούραση. Ήταν όμορφη από ότι θυμάμαι. Μετρίου ύψους, μελαχρινή, με μακριά μαλλιά. Κατσαρά. Είχε ψώνιο με τα μαλλιά της.. Ήθελε να είναι ίσια, αλλά καταβάθως ήξερε ότι ποτέ δεν θα μπορούσε να αποχωριστεί αυτό το κατσαρό που όλη την ώρα κατηγορούσε.. Ναι, ήταν όμορφη, είχε χαρακτήρα όμορφο και σε έκανε να νιώθεις όμορφα.
Θυμάμαι, τις κοπάνες μας από τη φυσική. Δεν της άρεσε, ούτε και σε εμένα. Εγώ θεωρητική, αυτή τεχνολογική. Κοινή μας όμως αντιπάθεια το μάθημα της φυσικής. 7η ώρα θυμάμαι συνήθως φεύγαμε. Μια ώρα πριν αποφασίζαμε πως 45΄ λεπτά φυσικής δεν έβγαιναν.. Μαζεύαμε τις τσάντες και αθόρυβα αθόρυβα πηδάγαμε τα πίσω κάγκελα του σχολείου μόλις χτυπούσε το κουδούνι για μέσα. Θυμάμαι τη στριμένη φύλακα που δε μας άφηνε να βγούμε από την πόρτα. Που να 'ξερε σε τι κίνδυνο μας έβαζε κάθε φορά..
“Νοέμβρης μήνας δεν θα μείνει”, να μην θυμάμαι όλο νοσταλγία το χειμώνα τις 1ης λυκείου. Νοέμβρη μαλώσαμε. Νοέμβρη τα βρήκαμε. Ακριβώς ένα χρόνο μετά. Αιτία του τσακωμού μας, ένα χαζό πείσμα. Αφορμή ένα ξέσπασμα, μια παρεξήγηση, που ποτέ δεν συζητήθηκε για να δώσει λύσεις. Πρωί Νοέμβρη σε μια εκδρομή μαλώσαμε, απόγευμα Νοέμβρη σε μια τριήμερη αυτή τη φορά, εκδρομή, τα βρήκαμε. Δεν αντέξαμε παραπάνω από 12 μήνες. Καμία υποχώρηση. Καμία πρώτη κίνηση. Τα βρήκαμε περίεργα. Προτείναμε η μία την άλλη να μείνουμε μαζί στο δωμάτιο, η μία εν αγνοία της άλλης. Στο λεωφορείο δεν μιλήσαμε, το ίδιο και κατά τη διάρκεια της μέρας. Μέχρι που το βράδυ που φτάσαμε στο ξενοδοχείο και μας ανακοίνωσαν τα δωμάτια, ήμασταν μαζί.. Μια αγκαλιά που άφησε πίσω της 12 μήνες…
Είναι όμορφο, “να χεις δικά σου μυστικά και να θυμάσαι ποιος τα ξέρει”. Και εμείς είχαμε.. και πάντα θυμόμασταν ποιος τα ήξερε. Πόσες φορές έφτανε να δείχνει το ρολόι, 6 το πρωί και εμείς να καθόμαστε στο κρεβάτι και να λέμε μυστικά. Μυστικά που ξέραμε ότι ήταν μόνο για εμάς. Μετά αναλύαμε έναν έναν τους άντρες που πέρασαν από τη ζωή μας.. Τους θάβαμε μάλλον, καταλήγοντας πάντα στο τέλος για τον καθένα τους, στο συμπέρασμα «Ήταν μαλάκας τελικά».
“Το τρένο για την Κατερίνη” σφύριξε 3 φορές. Ναι έτσι το αποκαλούσα, “Το τρένο για την Κατερίνη”. Δεν με ένοιαζε τι σήμαινε για τον διπλανό μου αυτή η διαδρομή, τι σήμαινε για τον πίσω μου, για το παιδάκι που καθόταν στο μπροστινό κάθισμα ή για τον απέναντι που μου έκλεινε το μάτι, σαν να μου λέει «Θέλω να κάνουμε sex». Για εμένα σήμαινε ο δρόμος για την Κατερίνη, για τη μοναδική πραγματική φίλη που είχα ποτέ.
Πολλές φορές αναρωτιόμουν «Γιατί χαθήκαμε;» Μετά το σχολείο οι δρόμοι μας χώρισαν. Εγώ στην Κρήτη, η Κατερίνη στη Βέροια. Μετά τα 17 μας χρόνια δεν ξανασυναντηθήκαμε ΠΟΤΕ. Ούτε τυχαία στο δρόμο. Η κάθε μια ξεκίνησε μια νέα ζωή που δεν συμπεριλαμβανόταν η άλλη μέσα. Γιατί;; Ακόμα αναρωτιέμαι. Ίσως για αυτό να κάνω αυτό το ταξίδι τώρα. Για μια απάντηση. Καμία δεν αναζήτησε την άλλη ποτέ μέχρι τώρα. Έψαξα παντού για να βρω τη διεύθυνσή της, τη βρήκα και τώρα βρίσκομαι μέσα σε ένα τρένο, το “τρένο για την Κατερίνη” που σιγά σιγά επιταχύνει μειώνοντας όλο και περισσότερο την απόσταση μου από την Κατερίνη…
Το τρένο για την Κατερίνη, δεν έφτασε ποτέ τελικά στον προορισμό του. Ένα φορτηγό που 8 ακριβώς χρόνια πριν το είχαν συναντήσει για πρώτη φορά, ήταν το τέλος του και το τέλος της διαδρομής για την Κατερίνη. Έμεινε όμως πάντα σαν «Το τρένο για την Κατερίνη»