Monday, 01 October 2007

Κατ' αρχήν καλό μήνα! Και σίγουρα θα είναι καλός, αφού ξεκίνησε μ' ένα πολύ όμορφο και τρυφερό κείμενο που μου έστειλε η φίλη μου ΜΑΡΙΑ ΚΑΤΣΙΚΕΡΟΥ από την Τρίπολη. Όταν άνοιγα αυτή τη στήλη στο blog, δεν περίμενα οτι θα είχε τόση απήχηση και είμαι ιδιαίτερα χαρούμενη γι αυτό. Μια θερμή παράκληση σε όλους τους αναγνώστες: Αν τα κείμενα σας αρέσουν, γράψτε δυο καλά λόγια για να ενθαρρύνετε με την αγάπη σας τους συγγραφείς! Αν κοιτάξετε προσεκτικά, ανάμεσα στα γράμματα, στις τελείες και κυρίως ανάμεσα στις γραμμές, βρίσκεται η ψυχή τους....

 

 

Κάτω από το φως της φλόγας

 

Η Λίζα κοίταξε έξω από το παράθυρο του αεροπλάνου. Σε μισή ώρα θα έφτανε επιτέλους στην χώρα που γεννήθηκε , μετά από  12 ολόκληρα χρόνια. Ήταν 6 ετών όταν η μητέρα της παντρεύτηκε τον Γερμανό φίλο της Χανς , κι έφυγαν για να ζή­σουν μαζί του στη Γερμανία.  Από τότε, δεν έχει επισκεφτεί τη χώρα της, και θεώρη­σε τους Ολυμπιακούς Αγώνες μια ευκαιρία για να πραγματοποιήσει επιτέλους το όνειρό  της.  Τόσο η μητέρα της όσο και ο Χανς συμμερίστηκαν την επιθυμία της και συμφώνησαν να τη συνοδέψουν  και να παραβρεθούν  κι εκείνοι μαζί με τα  δύο παιδιά τους, στην μεγαλύτερη γιορτή της Ελλάδας.

Ο Χανς έκανε  μεταπτυχιακό στην Αθήνα και γνώρισε την Αθηνά, τη μητέρα της Λίζας. Έγιναν αμέσως φίλοι, ερωτεύτηκαν και αποφάσισαν να μοιραστούν το υπόλοιπο της ζωής τους.  Η Λίζα δεν είχε γνωρίσει τον πραγματικό της πατέρα, αλλά αγαπούσε πολύ τον Χανς που τον είχε αντικαταστήσει άξια.

Από τα μεγάφωνα του αεροπλάνου, ακούστηκε η φωνή της αεροσυνοδού που τους ενημέρωνε πως έπρεπε να δέσουν τις ζώνες τους και να ετοιμαστούν για την προσγείωση. Ανυπόμονα έδεσε την ζώνη της , και βοήθησε τη μικρότερη, ετεροθαλή αδερφή της , να κάνει το ίδιο.

Σε λίγη ώρα είχαν ήδη κατέβει από το αεροπλάνο και βρίσκονταν στο αερο­δρόμιο, περιμένοντας τις αποσκευές τους.  Βγαίνοντας τους περίμενε η αδερφή της μητέρας της , η θεία Χριστίνα, με την οικογένειά της, που η Λίζα και τα αδέρφια της γνώρισαν όταν  πριν 4 περίπου χρόνια τους επισκέφτηκαν.  Μετά την  υποδοχή επέστρεψαν στο σπίτι, να ξεκουραστούν προτού ετοιμαστούν για την τελετή Έναρξης.

Φτάνοντας στο Ολυμπιακό Στάδιο η Λίζα και η οικογένειά της θαύμασαν τις πολυτελείς εγκαταστάσεις του αλλά και το γνωστό πλέον δημιούργημα  «Καλατράβα» που διακοσμούσε το στάδιο και του έδινε έναν ξεχωριστό «Ευρωπαϊκό» αέρα. Η τελετή ξεκίνησε. Θαύμασαν την πολύ καλή δουλειά του Δημήτρη Παπαϊωάννου αλλά και των εκατοντάδων συντελεστών  που βοήθησαν στο να πραγματοποιηθεί αυτό το αριστούργημα.  Μπροστά στα μάτια τους  ξεδιπλώθηκε ολόκληρος ο Ελληνικός  Πολιτισμός, η ιστορία αλλά και η τέχνη. Έπειτα, μόλις ο τελευταίος λαμπαδηδρόμος,  πήρε την φλόγα και άναψε την τεράστια δάδα, το βωμό της, για τους φετινούς αγώνες, φωτεινά και πολύχρωμα πυροτεχνήματα, φώτισαν τον ξάστερο ουρανό της Αθήνας, και υποδέχτηκαν τους 28ους Ολυμπιακούς Αγώνες που επιτέλους επέστρεψαν στη χώρα τους.

Οι μέρες στην Αθήνα περνούσαν πολύ γρήγορα.  Η Λίζα έβγαινε συχνά, και απολάμβανε τους Ολυμπιακούς αλλά και την νυχτερινή ζωή της Αθήνας. Παρακολούθησαν πολλούς αγώνες, και μεταξύ αυτών , εκείνους των  Συγχρονισμένων καταδύσεων, όπου η Ελληνική αποστολή μάς χάρισε το πρώτο χρυσό.

Την έβδομη ημέρα διαμονής τους στην Αθήνα, η Λίζα ξύπνησε και ετοιμάστηκε να βγει με την μητέρα και τον πατριό της για ψώνια. Κατεβαίνοντας από το Μετρό,

στη στάση Μοναστηράκι, προχωρούσαν κεφάτοι προς τα εκδοτήρια κουβεντιάζοντας ζωηρά, ώσπου άκουσαν μια άγνωστη φωνή. 

-          Αθηνά; Αθηνά εσύ;

Η Αθηνά, γύρισε και κοίταξε τον άντρα που της μίλησε. Ξαφνικά, κοί­ταξε περίεργα τη Λίζα, και χαμογέλασε μ’ ένα πλατύ αλλά αμήχανο χαμόγελο.

-          Χάρη !!! πόσα χρόνια πέρασαν!!!  Είπε και τον αγκάλιασε. Να σου γνωρίσω τον άντρα μου, Χανς και τη κόρη μου τη Λίζα, είπε με δισταγμό.

-          Χάρηκα, είπε εκείνος και άπλωσε το χέρι του πρώτα στον Χανς κι έπειτα στη Λίζα. Εκείνοι ανταπέδωσαν το χαιρετισμό, χαμογελαστοί ενώ η Λίζα πρόσεξε ότι ο άγνωστος άντρας την κοιτούσε πολύ έντονα.

-          Προχωρήστε  κι έρχομαι, είπε η Αθηνά, και αφού αποχαι­ρέτησαν τον άγνωστο κατευθύνθηκαν προς την έξοδο. 

Η Λίζα, κοίταξε προς το μέρος τους και της φάνηκε ότι η μητέρα της και ο συ­νομιλητής της συζητούσαν για κάτι σοβαρό και μάλιστα διαφωνούσαν.  Στο τέλος τους είδε ν’ ανταλλάζουν τηλέφωνα και να αποχαιρετιούνται θερμά.

-          Ποιος να είναι άραγε; Ρώτησε τον Χανς.

-          Ποιος ξέρει, απάντησε εκείνος, ίσως η μαμά σου αποφάσισε να με εγκαταλεί­ψει , συμπλήρωσε κάνοντας χιούμορ, κι εκείνη τον χτύπησε στον ώμο πει­ραχτικά.

Εκείνος, την αγκάλιασε και περίμεναν να επιστρέψει η Αθηνά. Εκείνη  δεν τους είπε κουβέντα ώσπου η Λίζα δεν άντεξε:

-          Λοιπόν, τη ρώτησε, θα μας αποκαλύψεις ποιος ήταν ο κύ­ριος;

-          Ένας παιδικός φίλος, είπε εκείνη αμήχανα, χωρίς να πείσει τη Λίζα , η οποία αποφάσισε να μην δώσει συνέχεια  στο θέμα.

Το Μοναστηράκι είχε μετατραπεί σ' ένα τεράστιο παγκόσμιο πανηγύρι. Κόσμος, διαφόρων εθνοτήτων κυκλοφορούσε ενθουσιασμένος. Τα μαγαζιά ήταν γεμάτα, και στα καφέ δεν έπεφτε καρφίτσα. Ο συνωστισμός κάποια στιγμή άρχισε να γίνεται ενοχλητικός για την Αθηνά και τον άντρα της που αποφάσισαν να καθίσουν στο μοναδικό άδειο τραπέζι, σε μια όμορφη καφετέρια, ώσπου η Λίζα να κάνει μια βόλτα και να ψωνίσει δωράκια για τις φίλες της.

Όταν η Λίζα απομακρύνθηκε, η Αθηνά , διστακτική, εκμυστηρεύτηκε στον άντρα της ότι ο άντρας που συνάντησε στο Μετρό, ήταν ο πατέρας της κόρης της.  Ο Χανς σάστισε. Λάτρευε τη Λίζα σαν να ήταν δικό του παιδί, και οι δυο τους ήταν πολύ δεμένοι. Ακόμα και μετά τη γέννηση των δικών του παιδιών, πάντα έβρισκε χρόνο να περνάνε οι δυο τους.

-          Θέλει να τη δει, του είπε, και δεν μπορώ να του το στερήσω, όμως  ανησυχώ για τη Λίζα. Θεωρεί εσένα πατέρα της και φοβάμαι τις αντιδράσεις της.

-          Η Λίζα ξέρει ότι δεν είμαι πραγματικός της πατέρας, είπε ήρεμα ο Χανς, άλλω­στε δεν θα αλλάξει αυτό που νιώθουμε και οι δυο μας. Νομίζω όμως πως έχουν το δικαίωμα να γνωριστούν και πως αν το κρύψεις και η Λίζα το μάθει κάποτε τυχαία, δεν θα στο συγχωρήσει ποτέ. Άλλωστε ξέρουμε πως κάποτε θα τον αναζητήσει.

-          Έχεις δίκιο, συμφώνησε εκείνη, απλά δεν θέλω να πληγωθεί. Ήδη νιώθει μέσα της ότι ο πατέρας της την απέρριψε μια φορά.

-          Πρέπει να καταλάβουμε, πως η Λίζα δεν είναι πια κοριτσάκι. Τη θεωρώ αρκετά ώριμη και είμαι σίγουρος πως μπορεί να το αντιμετωπίσει, είπε ο Χανς, και η Αθηνά συμφώνησε να της μιλήσει.

Ο Χανς συμφώνησε απόλυτα με την απόφασή της, όμως ήδη είχε ένα κόμπο στο στομάχι, αφού φοβήθηκε για της συ­νέπειες που θα είχε  στη σχέση του με τη Λίζα η γνωριμία με τον βιολογικό της πα­τέρα.

Την επόμενη μέρα η Λίζα ξύπνησε νωρίς. Η μητέρα της μπήκε στο δωμάτιο που κοιμόταν και της ζήτησε να μιλήσουν για κάτι σημαντικό. Εκείνη ανησύχησε πως κάτι της συνέβη και σηκώθηκε απευθείας. Βγήκε στο μπαλκόνι όπου την περίμεναν η μαμά της, η θεία της και ο Χανς.

-          Λίζα, έλα κάθισε δίπλα μου αγάπη μου, θέλω να σου μιλήσω, είπε η μητέρα της, με πολύ σοβαρό τόνο κι εκείνη πραγματικά ανησύχησε. Κοίταξε φοβισμένη τον πατριό της κι εκείνος την καθησύχασε μ’ ένα βλέμμα. Κάθισε ανάμεσά τους και περίμενε να ακούσει τι είχε να της πει.

-          Λίζα, είπε εκείνη, κάποτε με ρώτησες για τον πατέρα σου, και σου είπα πως είναι ένας από τους καλύτερους ανθρώπους που έχω γνωρίσει, απλά δεν ήταν έτοιμος ν’ αναλάβει τέτοια δέσμευση.

-          Εσύ ήσουν όμως, αντέδρασε εκείνη, με μια πικρία στη φωνή της.

-          Ήμουν γυναίκα Λίζα, είναι αλλιώς, φοβήθηκα πως δεν θα είχα δεύτερη ευκαιρία στο μέλλον, και αυτό δεν θα το άντεχα. Μην νομίζεις πως ήταν εύκολο για μένα.

Η Λίζα δεν μίλησε. Περίμενε να δει τι ήταν αυτό που επρόκειτο ν’ ακούσει. Χρόνια τώρα σκεφτόταν τον πατέρα της, και αναρωτιόταν τι συνέβη. Η μητέρα της μιλούσε γι’ αυτόν με τα καλύτερα λόγια. Η Λίζα πίστευε πως κάποτε θα ήθελε να τον συναντήσει, όμως στη πραγματικότητα ποτέ δεν ένιωσε έτοι­μη γι’ αυτό. Ο Χανς ήταν γι’ αυτήν ο  πραγματικός της πατέρας.

-          Λίζα, νομίζεις πως είσαι έτοιμη να γνωρίσεις τον πατέρα σου; Του μίλησα και είπε πως θα ήθελε να σε γνωρίσει. Τα λόγια της Αθηνάς έπεσαν σαν κεραυνός στο μπαλκόνι, και η Λίζα αφού κοίταξε σαστισμένη τη μητέρα της, απάντησε τρο­μαγμένη:

-          Όχι, όχι μαμά, δεν θέλω να τον γνωρίσω. Τουλάχιστον όχι ακόμα.

Η Αθηνά, ο Χανς και η Χριστίνα, αντάλλαξαν μερικά βλέμματα που έδειχναν ότι τα πράγματα δεν θα ήταν τόσο απλά. Έπειτα, ο Χανς έπιασε το χέρι της κόρης του και της είπε ήρεμα:

-          Μα γιατί δεν κάνεις μια προσπάθεια; Μπορεί να τον συμπαθήσεις και να κατα­λάβεις τους λόγους που δεν μπορούσε να αναλάβει την ευθύνη μιας κόρης.

-          Έχω πατέρα, είπε εκείνη και τα μάτια της είχαν ήδη βουρκώσει, έχω εσένα. Δεν με εγκατέλειψες ποτέ παρόλο που δεν ήμουν δικό σου παιδί. Εσύ δέχτηκες ν’ ανα­λάβεις την ευθύνη μου. Εκείνος δεν με ήθελε.

-          Υπάρχει διαφορά προσπάθησε να της εξηγήσει εκείνος. Ο πατέρας σου ήταν μόλις 20 ετών, ήταν φοιτητής, χωρίς εισόδημα, και εξαρτιόταν οικονομι­κά από την οικογένειά του. Εγώ είχα ήδη αποκατασταθεί επαγγελματικά  όταν αποφάσισα να παντρευτώ τη μητέρα σου. Ο πατέρας μου είχε μια επιχείρηση και μια θέση με περίμενε. Ήμουν έτοιμος, καταλαβαίνεις; 

Η Λίζα καταλάβαινε αλλά κάτι μέσα της δεν την άφηνε να το παραδεχτεί. Ένιω­θε μια αποστροφή για τον αληθινό της πατέρα παρόλο που δεν τον είχε γνωρίσει πο­τέ.

-          Με εγκατέλειψε , ξέσπασε σε κλάματα, δεν με ήθελε όταν του δόθηκε η ευκαιρία να με έχει, τώρα γιατί θέλει να επιστρέψει στη ζωή μου χωρίς να έχει συμβεί τίποτα; Περιμένει να τον συγχωρήσω και να του πω πως τα ξεχνάω όλα και πως θα είμαι το κοριτσάκι του;  Νομίζεις πως είναι εύκολο;

-          Κανείς δεν είπε πως είναι εύκολο, τη συμμερίστηκε η μητέρα της, ούτε για εκείνον είναι εύκολο, αλλά ούτε και για εμάς. Καταλαβαί­νουμε  την σύγχυσή σου. Υπάρχει και κάτι άλλο που δεν σου έχω πει ακόμα, συμπλήρωσε και η κόρη της την κοίταξε μην μπορώντας να φανταστεί τι άλλο θα άκουγε. Ο πατέρας σου προσπάθησε κάποια χρόνια πριν , να έρθει σε επικοινωνία μαζί σου. Ζήτησε από τη θεία σου τη διεύθυνσή μας.

-          Δεν του έλεγα τίποτα αρχικά, διέκοψε η Χριστίνα, με είχε εκνευρίσει απίστευ­τα το θράσος του, να έρθει μετά από τόσα χρόνια και να σε διεκδικήσει, μα επέμενε τόσο, και κάποια στιγμή άρχισε να κλαίει. Επικοινώνησα με τη μητέρα σου αλλά κι αρνήθηκε να τον φέρει σ’ επαφή μαζί σου.

-          Δεν ήθελα να σε αναστατώσουμε, συνέχισε η Αθηνά,  ήσουν ήδη στην εφη­βεία και τα πράγματα  ήταν δύσκολα για σένα. Του τηλεφώνησα και μετά από μια μεγάλη συζήτηση, συμφώνησε να σε αφήσουμε να ενηλικιωθείς και να αποφασίσεις μόνη σου τι θα ήθελες να κάνεις.

-          Και με είχες αφήσει τόσα χρόνια να πιστεύω ότι ο πατέρας μου δεν ήθελε να με δει; Ρώτησε η Λίζα.

-          Έχεις δίκιο που συγχύζεσαι, απάντησε συγκαταβατικά η Αθηνά, αλλά φοβήθη­κα πως δεν ήσουν έτοιμη. Και μάλλον είχα δίκιο.

Η Λίζα δεν απάντησε. Το μόνο που ήθελε ήταν να μείνει μόνη της.

-          Λοιπόν, τι λες; Είσαι έτοιμη να τον συναντήσεις;

-          Δεν ξέρω, είπε εκείνη, πραγματικά δεν ξέρω. Θέλω λίγο χρόνο.

 Εκείνη τη στιγμή, χτύπησε το κινητό της μητέρας της, κι εκείνη πήγε μέσα να μιλήσει. Επέστρεψε μετά από λίγα λεπτά, και είπε:

-          Είναι στο τηλέφωνο, είπε. Θα ήθελε να σου μιλήσει.

-          Δεν μπορώ αυτή τη στιγμή είπε η Λίζα και έτρεξε στο δωμάτιο.

Κάθισε στο κρεβάτι, και το μυαλό της στριφογύριζε. Σκεφτόταν όλα όσα είχε ακούσει εκείνη την ημέρα και προσπαθούσε να αποφασίσει τι θα κάνει. Τελικά, ξαναβγήκε στο μπαλκόνι και έκανε την δήλωσή της:

-          Λοιπόν, τηλεφώνησε του και πες του να έρθει. Θα του μιλήσω αλλά σε παρακαλώ μην με πιέσεις να διατηρήσω επαφές μαζί του. Θέλω να του πω τι ένιωθα όλα αυτά τα χρόνια, και να μάθω τους λόγους που μας εγκατέλειψε αλλά δεν ξέρω τι θα ακολουθήσει.

Η Αθηνά την αγκάλιασε και της ψιθύρισε στο αυτί:

-          Όλα θα πάνε καλά, θα δεις, είμαι σίγουρη πως θα τα πάτε καλά.

Έπειτα, πήρε τον Χάρη τηλέφωνο και του είπε τα νέα. Λίγη ώρα μετά, εκείνος  βρισκόταν εκεί. Η Αθηνά, τον έβαλε να καθίσει στο σαλόνι, και πήγε να φωνάξει τη κόρη της. Ο Χάρης έτρεμε από το άγχος του. Επιτέλους, μετά από είκοσι ολόκληρα χρόνια, θα γνώριζε τη κόρη του.

Η Λίζα μπήκε στο σαλόνι συνοδευμένη από τη μητέρα της και κάθισε απέναντί του. Έμεινε άναυδη μόλις είδε πως ο πραγματικός πατέρας της , ήταν ο άντρας που γνώρισε τις προάλλες στο μετρό. 

-          Θα σας αφήσω μόνους να τα πείτε, είπε η Αθηνά, και βγήκε από το σαλόνι.

-          Γεια σου Λιζάκι . Είπε ο Χάρης

-          Γεια , απάντησε ξερά η Λίζα χωρίς καν να τον κοιτά.

-          Ξέρω πως η κατάσταση αυτή είναι πολύ δύσκολη για σένα, και το καταλαβαίνω.

-          Δεν καταλαβαίνεις τίποτα, πίστεψέ με, είπε η κόρη του και τον κοίταξε με τα τεράστια πράσινα μάτια της, που είχαν ήδη βουρκώσει.

-          Σε παρακαλώ, είπε εκείνος και κάθισε δίπλα της. Άσε με να σου εξηγήσω. Είκοσι ετών ήμουν όταν η μητέρα σου μου ανακοίνωσε την εγκυμοσύνη της. Την λάτρευα μα φοβήθηκα. Δεν είχα δουλειά, ενώ οικονομικά ήμουν εξαρτημένος από τους γονείς μου. Πως θα σε μεγάλωνα όταν ήμουν ο ίδιος ένα παιδί;

-          Η μητέρα μου πως με μεγάλωσε; Εκείνη τη σκέφτηκες καθόλου; είπε πικραμένη η Λίζα.

-          Η μητέρα σου ήταν πολύ γενναία, σε αντίθεση μ' εμένα. Όταν της πρότεινα να τη βοηθήσω οικονομικά, εξοργίστηκε και με χαστούκισε. Είχε δίκιο. Λίζα μου, πραγματικά, δεν σε ξέχασα όλ' αυτά τα χρόνια. Αμέσως μόλις βρήκα σταθερή δουλειά, αποφάσισα να σε αναζητήσω. Ήρθα σε επαφή με τη θεία σου, η οποία αρνιόταν πεισματικά να μου δώσει οποιαδήποτε πληροφορία, αν δεν επικοινωνούσε πρώτα με την μαμά σου. Χάρηκα πολύ όταν άκουσα τη φωνή της μετά από τόσα χρόνια. Ήταν ήρεμη αλλά αποφασισμένη να μην ταράξει την ζωή σου. Ήσουν δεκατριών ετών και συμφωνήσαμε να περιμένουμε να περάσουν κάποια χρόνια, να ενηλικιωθείς και να πάρεις τις αποφάσεις σου. Όταν έγινες δεκαοχτώ, τηλεφώνησα στη μητέρα σου, και με πληροφόρησε ότι σκοπεύατε να έρθετε στην Ελλάδα για τους Ολυμπιακούς, και πως θα κανόνιζε να συναντηθούμε εδώ. Τελικά, σας συνάντησα στο Μετρό, και μάλλον το έμαθες νωρίτερα απ' ότι περίμενε η μαμά σου. Αυτά είχα να σου πω. Πίστεψε με όμως, ποτέ δεν σταμάτησα να σε σκέφτομαι και να σ' αγαπώ.

Η Λίζα τον κοίταξε και δυο δάκρυα κύλησαν στα μαγουλά της.

-          Κι εγώ τι πρέπει να κάνω τώρα μπαμπά; είπε κι εκείνος τα έχασε .Να σου πω πως δεν πειράζει και πως τα ξεχνάω όλα; Να διαγράψω όλα αυτά τα χρόνια που έκλαιγα στο κρεβάτι μου με τη σκέψη του ότι ο πατέρας μου δεν με ήθελε; Λατρεύω τον Χανς αλλά δεν είναι εύκολο να τον βλέπω ν' αγκαλιάζει τ’ αδέρφια μου, και να ξέρει πως αγκαλιάζει τα πραγματικά του παιδιά, ενώ εγώ είμαι η κόρη ενός ξένου. Αναρωτιόμουν αν θα σε γνώριζα ποτέ.

Ο Χάρης προσπάθησε να την αγκαλιάσει αλλά εκείνη τραβήχτηκε.

-          Αφήστε με ήσυχη όλοι, είπε κλαίγοντας, και αφού άνοιξε την εξώπορτα βγήκε τρέχοντας στο δρόμο.

Η Αθηνά άκουσε τη πόρτα να κλείνει με δύναμη και έτρεξε στο σαλόνι να δει τι συμβαίνει. Τα έχασε όταν είδε το σαλόνι άδειο, και κατάλαβε πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Βγήκε στο μπαλκόνι, και είδε την κόρη της να τρέχει στο δρόμο και τον Χάρη να προσπαθεί να την προλάβει. Κατέβηκε πανικόβλητη και άρχισε να τρέχει κι αυτή

προς την ίδια κατεύθυνση. Πέρασε το δρόμο, και πριν συνειδητοποιήσει ότι το φανάρι ήταν πράσινο, κοίταξε αριστερά, μα δεν πρόλαβε να αποφύγει το αμάξι που ερχόταν κατά πάνω της.

Ο Χάρης και η Λίζα σταμάτησαν απότομα όταν άκουσαν τον ήχο ενός αμαξιού που φρέναρε απότομα καθώς επίσης κι έναν κρότο. Ξαφνικά, άκουσαν κάποιον να φωνάζει και να ζητά βοήθεια. Γύρισαν πίσω και αφού παραμέρισαν τον κόσμο, η Λίζα είδε τη μητέρα της, να κείτεται αιμόφυρτη στο δρόμο. Έβαλε τις φωνές κι έτρεξε από πάνω της. «Βοήθεια! Φώναξε, κάποιος να τη βοηθήσει σας παρακαλώ».

Μετά από λίγα λεπτά, το ασθενοφόρο είχε παραλάβει την Αθηνά, ενώ η Λίζα και οι υπόλοιποι την συνόδεψαν στο νοσοκομείο. Για ώρες δεν τους ενημέρωνε κανείς για την κατάσταση της, μέχρι που κάποιος νεαρός γιατρός, βγήκε και τους πλησίασε. Η Λίζα, ο Χανς και η Χριστίνα, πετάχτηκαν όλο αγωνία, να μάθουν τι συνέβαινε. Εκείνος, τους πληροφόρησε ότι θα μπορούσε να πάθει πολύ χειρότερη ζημιά, αλλά πως τα επόμενα δύο εικοσιτετράωρα θα ήταν κρίσιμα για τη κατάστασή της.

Στη συνέχεια, η Χριστίνα και ο Χανς έφυγαν για λίγο και η Λίζα έμεινε στο νοσοκομείο ενώ ο Χάρης προσφέρθηκε να της κάνει παρέα.

-          Συγνώμη Λιζάκι, είπε απολογητικά όταν έμειναν μόνοι. 

-          Δεν φταις εσύ, είπε εκείνη, μάλλον κάποιος με τιμώρησε για το πείσμα μου.

-          Μην λες ανοησίες, προσπάθησε να την παρηγορήσει ο πατέρας της, ήταν απλά μια άτυχη στιγμή.

-          Εγώ φταίω για όλα, ήταν ανένδοτη εκείνη. Δεν θέλω να χάσω τη μαμά μου, συνέχισε κλαίγοντας. Φοβάμαι.

Ο Χάρης, κάθισε δίπλα της και προς ανακούφισή του, η Λίζα έπεσε στην αγκαλιά του.

-          Όλα θα πάνε καλά, της είπε.

Αργότερα, ένας γιατρός βγήκε και φώναξε το όνομα της Λίζα η οποία τον πλησίασε τρομαγμένη.

-          Η μητέρα σου συνήλθε, είπε εκείνος, θέλει να σε δει.

Η Λίζα έτρεξε προς το δωμάτιο και πλησίασε το κρεβάτι της μητέρας της. Η Αθηνά παρ’ όλη την ταλαιπωρία και τον πόνο της, δεν άντεξε να μην χαμογελάσει όταν είδε την κόρη της ενώ της έσφιξε το χέρι.

-          Πως είσαι; Τη ρώτησε εκείνη.

-          Πονάω αρκετά, αλλά θα συνέλθω. Μην ανησυχείς, την καθησύχασε η μητέρα της.

-          Συγνώμη μαμά, είπε η Λίζα και ακούμπησε το κεφάλι της στο στήθος της μητέρας της.

-          Δεν φταις εσύ αγάπη μου, είπε εκείνη, και της χάιδεψε το κεφάλι. Εγώ σου ζητάω συγνώμη που χάλασα την ευκαιρία να γνωριστείς με τον πατέρα σου.

-          Δεν χάλασες τίποτα, είπε η Λίζα θλιμμένη, το είχα ήδη χαλάσει εγώ.

Εκείνη τη στιγμή άνοιξε η πόρτα και μπήκε ο Χάρης. Αφού έμεινε λίγο μαζί τους να βεβαιωθεί ότι η Αθηνά είναι καλά, έφυγε.

-          Είναι καλός Λίζα, της είπε η μητέρα της όταν έμειναν μόνες τους. Δώσε του  μια ευκαιρία και θα το δεις.

Η Αθηνά παρέμεινε στο νοσοκομείο για μερικές μέρες ακόμα. Όταν βγήκε έμειναν στο σπίτι της θείας Χριστίνας και λίγες μέρες μετά, θα αναχωρούσαν για τη Γερμανία.

Την παραμονή της αναχώρησης, ο Χάρης τηλεφώνησε επιφυλακτικός στη Λίζα και της ζήτησε να συναντηθούν. Χάρηκε όταν εκείνη δέχτηκε και μάλιστα με μεγάλη ευκολία. Συναντήθηκαν σε μια καφετέρια, και μίλησαν για τη ζωή τους, και για όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν μακριά. Πριν χωριστούν, συμφώνησαν να κρατήσουν επαφή, και να περάσουν μαζί λίγες μέρες τα Χριστούγεννα αλλά και το επόμενο καλοκαίρι.

Την επόμενη μέρα, η Λίζα έφυγε για τη Γερμανία με την οικογένειά  της, ξέροντας πως το φετινό καλοκαίρι, θα έμενε χαραγμένο στο νου και την ψυχή της, παντοτινά.....

 

Monday, 01 October 2007 17:21:47 (GTB Standard Time, UTC+02:00)  #    Comments [22]  |  Tracked by:
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/wellbutrin/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/celexa/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/hoodia/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/cymbalta/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/tramadol/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/soma/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/soma/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/cialis/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/prilosec/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/coumadin/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/nexium/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/celebrex/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/clomid/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/clomid/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/prozac/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/paxil/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/viagra/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/cialis/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/ultram/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/hoodia/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/zoloft/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/paxil/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/melatonin/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/lipitor/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/coumadin/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/melatonin/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/celebrex/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/effexor/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/rainbow-brite/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/claritin/index.html [Pingback]
http://morningside.edu/mics/_notes/pages/accutane/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/cymbalta/index.html [Pingback]
http://blastpr.com/wiki/js/pages/prozac/index.html [Pingback]

Pick a theme: